Ό,τι δεν μας σκοτώνει, μας κάνει πιο δυνατούς;
Γυρνώντας χθες από επαγγελματικό ταξίδι, στο αεροδρόμιο, συνάντησα τυχαία τον Κ., φίλο καρδιάς. Τον γνώρισα πριν 2 χρόνια σε εκπαίδευση μέσα από μια οθόνη zoom, με δεκάδες κουτάκια. Χωρίς καν να γνωρίζω αυτόν και την ιστορία του, από το ηχόχρωμα της φωνής του και μόνο ένιωσα, κάτι πολύ γνώριμο σε εμένα....ένα ψυχικό ρήγμα και την αόρατη κούραση που φέρνει ο πόνος. Αυθόρμητα του το είπα, και μέσα από λίγες κουβέντες έμαθα ότι πορεύεται στην ζωή του βαθιά λαβωμένος από τον θάνατο του αδερφού του σχεδόν 18 χρόνια πριν. Έτσι ξεκίνησε η φιλία μας. Δεν τα λέμε πολύ συχνά, αλλά όταν αυτό συμβαίνει, μιλάμε χωρίς να κρυβόμαστε ούτε από τον πόνο μας, ούτε από την χαρά μας, ούτε από το πένθος μας, ούτε από την απελπισία μας, ούτε από την ευγνωμοσύνη μας.
Χθες λοιπόν, μεταξύ αναμονής στην πύλη Α26 και του αεροπλάνου μας, χρειάστηκαν δέκα λεπτά μόνο για να θέσουμε το ερώτημα: ο πόνος του πένθους μας και ό,τι δεν μας σκοτώνει, μας κάνει πιο δυνατούς? Απαντήσαμε και οι δύο πως ναι. Με ένα μεγάλο "αλλά" όμως: δεν μας κάνει μόνο πιο δυνατούς, αφήνει μέσα μας για πολύ καιρό, ίσως και μόνιμα, μια πολύ μεγάλη κούραση, μία εξουθένωση…
Σκέφτομαι, ότι το πένθος δεν φωνάζει, είναι σιωπηλό, επίμονο και εξουθενωτικό. Φοράει το πρόσωπο της κούρασης περισσότερο από αυτό των δακρύων. Έρχεται μια στιγμή που ο πόνος του πένθους δεν φωνάξει πια, παύει να ουρλιάζει. Απλώς βυθίζεται στα κόκαλά μας, στους μυς μας, στους αναστεναγμούς μας στο τέλος της ημέρας, και μας κάνει να νιώθουμε κουρασμένοι/ες όχι μόνο από τον ίδιο τον πόνο, αλλά από το αδιάκοπο κουβάλημά του, μέρα με τη μέρα, σιωπηλά, καθώς ο κόσμος προχωρά κι εμείς πρέπει να τον ακολουθήσουμε.
Στη βαθιά αυτή εξάντληση, η καρδιά μας πάει πίσω σε στιγμές και μέρη που θυμίζουν το πρόσωπο του αγαπημένου μας, εκεί όπου η απουσία του γίνεται ένα αθέατο βάρος, βαρύτερο από κάθε λέξη. Δεν είμαστε απλώς κουρασμένοι/ες σωματικά· νιώθουμε κουρασμένοι/ες στην ψυχή, σε βάθη όπου ούτε ο ύπνος ούτε τα υποστηρικτικά λόγια των γύρω μας μπορούν να σε φτάσουν. Και, παρά την όψη της δύναμής μας, αυτή η κούραση συσσωρεύεται κάθε φορά που ψιθυρίζουμε «ναι, θα συνεχίσω».
Όμως αυτή η σιωπηλή αντοχή είναι πράξη θάρρους. Κάθε βήμα που κάνουμε μέσα σ’ αυτή την κόπωση, όσο μικρό κι αν μοιάζει, είναι προσωπικός θρίαμβος. Η ευαισθησία που αναπτύσσουμε, η ικανότητα να αισθανόμαστε βαθιά τον πόνο των άλλων, είναι παράλληλα και δώρο και πρόκληση.
Ίσως και να χρειάζεται να επαναπροσδιορίσουμε τη σημασία της “δύναμης” απέναντι στις αμείλικτες πιέσεις της ζωής. Να την κατανοήσουμε όχι μόνο ως αντοχή, αλλά κι ως την τρυφερή αποδοχή της κούρασής μας – ως την ικανότητα να αναγνωρίζουμε πότε χρειαζόμαστε ξεκούραση, πότε να ξαναφορτίζουμε τις μπαταρίες μας και πότε να απλώνουμε το χέρι για βοήθεια. Μόνο έτσι η δύναμη γίνεται αληθινή: μια ζωντανή, συμπονετική στάση ζωής που μας δυναμώνει, αντί να μας αποδυναμώνει.
Δεν χρειάζεται να κρύβουμε την κούραση μας. Είναι μέρος μας. Ας μιλάμε γι’ αυτή, ας την μοιραζόμαστε, ας την αφήσουμε να αναγνωριστεί. Και καθώς της δίνουμε χώρο να αναδυθεί στο φως, ίσως ανακαλύψουμε τη δική μας σιωπηλή δύναμη—τη δύναμη που πηγάζει από την αποδοχή, τη φροντίδα και την αγάπη προς τον εαυτό μας. Κι έτσι, μέσα στην κούραση, ανοίγεται η χαραμάδα φωτός που μας οδηγεί, πολύ πιο μακριά απ' ό,τι νομίζαμε ότι θα μπορούσαμε να πάμε.
Θα ήθελα να παραθέσω, ως μια τρυφερή υπενθύμιση για τους ανθρώπους που μας στηρίζουν, τα λόγια της αγαπημένης μου συγγραφέως και ποιήτριας, Becky Hemsley
«Μα σε έκανε δυνατό!»
Πόσο συχνά νιώθουμε την επιθυμία να το πούμε σε κάποιον/α που βρέθηκε αντιμέτωπος με δύσκολες στιγμές.
Και ίσως να ισχύει.
Όμως πιθανότατα δεν αισθάνεται καθόλου δυνατός/ή.
Νιώθει εξαντλημένος/η, συντετριμμένος/η, αδύναμος/η.
Έχει ανάγκη κάποιον που να αναγνωρίζει αυτό που βιώνει, κάποιον που — έστω για λίγο — θα σταθεί δυνατός για εκείνον/η, θα του προσφέρει έναν ώμο να ακουμπήσει το κλάμα του και ένα χέρι να τον/την στηρίξει.
Ναι, όταν είναι έτσι, χρειάζεται να ξεκουραστεί: να ανασυνταχθεί, να επαναφορτιστεί, να βρει ξανά τη δύναμη που του/της λένε ότι έχει μέσα του.
Γιατί ό,τι δεν σε σκοτώνει, σε κάνει πιο δυνατό.
Όμως κάποιες φορές σχεδόν σε σκοτώνει:
σε εξαντλεί,
σε συντρίβει,
σε αποδυναμώνει.
Δεν ήθελε να αναγκάζεται να είναι δυνατός/η· ήθελε η ζωή να είναι πιο ευγενική.
Κι αφού δεν στάθηκε έτσι, ίσως τον/την βοηθούσε περισσότερο απ’ ό,τι φανταζόμαστε
αν είμαστε εμείς αυτοί που θα του/της φέρουν αυτή την καλοσύνη.”
Με αγάπη,
Αναστασία
Υ.Γ. Κ., σ’ ευχαριστώ από καρδιάς για το βιβλίο, για κάθε σου λέξη, κάθε σου μήνυμα που ξεκούρασαν τον πόνο μου. Που θυμάσαι τον Χριστόφορο μου, χωρίς να τον έχεις γνωρίσει. Ευγνωμονώ το φως με το οποίο βλέπεις μέσα μου — και να ξέρεις πως το ίδιο φως, η ίδια δύναμη, λάμπει και σε εσένα. Θαυμάζω το θάρρος σου, ακόμα και μέσα στην τόση κούραση του πόνου σου.