Για μια φίλη-φως. Για το πένθος. Για τη φωνή που ζητά να ακουστεί. Για ένα βιβλίο-αγάπη

Υπάρχουν φιλίες που γεννιούνται εκεί όπου η ζωή έχει ραγίσει. Στις σιωπές που δεν λέγονται εύκολα, στα βλέμματα που συναντιούνται μέσα από δάκρυα, στην αποδοχή που έρχεται όταν ο πόνος είναι κοινός αλλά και πέρα από αυτόν. Μία συνάντηση ψυχής  μέσα στον πιο αδιανόητο πόνο, που βρίσκει τρόπο να ανθίσει πέρα από αυτόν.  

Κάπως έτσι γνώρισα την Κατερίνα και ξεκίνησε η φιλία μας. Το 2019, όταν μου έστειλε ένα υποστηρικτικό μήνυμα στο Fb μετά τον θάνατο του Χριστόφορού μου.  Κι από τότε, η φιλιά μας για εμένα είναι θησαυρός, η παρουσία της φως, σοφία,  συντροφικότητα, ατελείωτα μηνύματα, γέλιο, δάκρυα, μνήμες, ταξίδια Αθήνα-Σητεία, επετείους που πονούν, ανάσες. 

Κατερίνα μου, σε ευχαριστώ για το φως, την αλήθεια σου, τη γενναιότητά σου, την αγάπη σου και το κρητικό σου  «ανεντρανίσου!» , που τόσες φορές με έχει “σώσει”!

Το κείμενο που θα διαβάζετε παρακάτω, γράφτηκε πριν λίγες μέρες, από την Κατερίνα, για εκδήλωση του εκδοτικού οίκου του βιβλίου της  “Κλειστόν λόγω Πένθους” στο πλαίσιο της 21ης Διεθνούς Έκθεσης Βιβλίου Θεσσαλονίκης.

Η Κατερίνα δεν μπόρεσε να είναι παρούσα σωματικά εκείνη την ημέρα — όμως ήταν εκεί με τον πιο ουσιαστικό τρόπο: με τη “φωνή” της, τη σκέψη της, την αλήθεια της. Το κείμενό της διαβάστηκε από μια αγαπημένη της φίλη, και συγκίνησε βαθιά όσους το άκουσαν. Γιατί η Κατερίνα έχει έναν σπάνιο τρόπο να είναι παρούσα ακόμα και μέσα στην απουσία: με τις λέξεις της, με την ψυχή της, με τη γενναιότητά της.

“Καλημέρα σας!

Σας στέλνω τον πιο θερμό μου χαιρετισμό από τη Σητεία της Κρήτης. Θα ήθελα πολύ να βρίσκομαι σήμερα ανάμεσα σας, όμως, για λόγους ανώτερους από τη θέληση μου, δεν μπορώ να είμαι εκεί σωματικά. Η καρδιά μου, όμως, είναι κοντά σας και νιώθω βαθιά ευγνωμοσύνη που μοιράζεστε αυτό το πρωινό με ένα τόσο προσωπικό και αληθινό κομμάτι της ψυχής μου.

Το βιβλίο μου «Κλειστόν λόγω πένθους» αποτελείται από τέσσερις θεματικές ενότητες και τριάντα ένα διηγήματα, όλα εμπνευσμένα από πραγματικές και φανταστικές ιστορίες. Ιστορίες που κουβαλούν την απώλεια, τη θλίψη, την ελπίδα, την αγάπη, την επιβίωση. Το βιβλίο αυτό είναι, για μένα, κάτι περισσότερο από μια συγγραφική πράξη, είναι ένας τόπος κοινής μνήμης, μια ανοιχτή πρόσκληση για σύνδεση και μοίρασμα.

Είναι μια πράξη συμπόρευσης. Μια μικρή νίκη απέναντι στη σιωπή που συχνά τυλίγει την απώλεια. Μια απόδειξη πως, όταν μοιραζόμαστε τον πόνο, η μοναξιά μικραίνει.

Έγραψα αυτό το βιβλίο από την ανάγκη μου να επιβιώσω. Να καταλάβω. Να αναπνεύσω μέσα σε έναν κόσμο που είχε αλλάξει αμετάκλητα τη μέρα που έφυγε το παιδί μου. Ο κόσμος μου κόπηκε στα δύο: πριν και μετά. Κι έμεινα να προσπαθώ να καταλάβω τη νέα γλώσσα της ζωής χωρίς εκείνον. Μια γλώσσα που δεν μετέφραζε πια τα αυτονόητα. Μια γλώσσα που έπρεπε να την επινοήσω απ’ την αρχή.

Το πένθος με διάλεξε πριν το διαλέξω εγώ. Κι έγινε δάσκαλος αυστηρός, αλλά αληθινός. Μου έμαθε πως τίποτα δεν είναι δεδομένο. Πως κάθε άνθρωπος κουβαλά κάτι που δεν φαίνεται. Πως η σιωπή μπορεί να ουρλιάζει. Πως η απώλεια είναι μια μορφή αγάπης που δεν βρίσκει πια το σώμα της.

Το πένθος δεν έχει κανόνες. Δεν έχει ωράριο. Δεν έχει ημερομηνία λήξης. Δεν είναι ίδιο για όλους. Κι όμως, έχει κάτι κοινό: την ανάγκη να ειπωθεί. Να πάρει φωνή. Να ακουστεί. Να υπάρξει. Γιατί, όταν το πένθος καταπίνεται, γίνεται βάρος. Και το βάρος γίνεται σιωπή. Και η σιωπή, αποξένωση.

Κι εγώ δεν ήθελα να σωπάσω άλλο. Ήθελα να πω το όνομα του παιδιού μου. Ήθελα να μιλήσω για εκείνον, για τα μάτια του, για τη μυρωδιά του, για τις μικρές του συνήθειες. Ήθελα να τις κρατήσω ζωντανές. Όχι μόνο στη δική μου μνήμη, αλλά και στη μνήμη του κόσμου. Γιατί, όσο τον θυμάμαι, όσο τον μοιράζομαι, δεν φεύγει στ’ αλήθεια.

Αυτό το βιβλίο δεν είναι μόνο η δική μου ιστορία. Είναι και οι ιστορίες άλλων ανθρώπων, άγνωστων και γνωστών, που βρήκαν το θάρρος να μου εμπιστευτούν την απώλεια τους, τα δάκρυα, τη μνήμη, τον σπαραγμό τους και κατάλαβα πως δεν είμαι μόνη. Όπως κολυμπάω εγώ στη δεξαμενή του πόνου, έτσι κολυμπούν κι άλλοι. Και όλοι, με κάποιον τρόπο, κρατιόμαστε ο ένας από τον άλλον για να μην βουλιάξουμε.

Καθώς άρχισα να μιλώ για την απώλεια, να τη γράφω, να τη μοιράζομαι, συνειδητοποίησα κάτι βαθύ: ότι γύρω μου υπήρχαν κι άλλοι άνθρωποι που πονούσαν σιωπηλά. Που κρατούσαν μέσα τους βάρος, γιατί δεν ήξεραν πώς ή αν επιτρέπεται να το εκφράσουν. Και τότε άρχισα να αναρωτιέμαι:

Γιατί άραγε φοβόμαστε το πένθος;

Ίσως γιατί το πένθος μας ξεγυμνώνει. Μας βγάζει από τη ρουτίνα, τη βεβαιότητα, την ψευδαίσθηση ότι όλα είναι υπό έλεγχο. Το φοβόμαστε γιατί δεν μας έμαθαν πώς να το κουβαλάμε. Δεν έχουμε γλώσσα για να το εκφράσουμε, ούτε δομές να το υποστηρίξουμε. Μας λείπει η παιδεία του πένθους. Δεν μαθαίνουμε ποτέ πώς να είμαστε δίπλα σε έναν άνθρωπο που πενθεί χωρίς να νιώθουμε άβολα. Δεν ξέρουμε να ακούμε χωρίς να προσπαθούμε να "διορθώσουμε" τον πόνο. Δεν ξέρουμε να επιτρέπουμε τη σιωπή.

Τι θα γινόταν αν το πένθος γινόταν μέρος της εκπαίδευσης μας, λοιπόν;

Αν η οικογένεια, το σχολείο, η κοινωνία, μας μάθαινε όχι να το κουκουλώνουμε και να το προσπερνάμε αλλά να το αναγνωρίζουμε και να το σεβόμαστε;

Θα ξέραμε πως δεν είναι ντροπή να κλαις για κάτι που δεν φαίνεται. Θα ξέραμε πως δεν είναι αδυναμία να θρηνείς, ακόμα και μετά από χρόνια. Θα ξέραμε πως δεν υπάρχει σωστός και λάθος τρόπος να πενθείς. Θα ξέραμε πως κάθε αγάπη εμπεριέχει τη δυνατότητα της απώλειας, αλλά και κάθε απώλεια επιβεβαιώνει την αγάπη.

Αυτό είναι, για μένα, το νόημα αυτού του βιβλίου. Όχι να σας πω «πώς θα ξεπεράσετε την απώλεια». Δεν ξεπερνιέται η απώλεια. Μαθαίνεις να ζεις μαζί της. Την κάνεις σπίτι σου. Τη μεταμορφώνεις. Κι αν είσαι τυχερός, βρίσκεις άλλους που την κουβαλάνε κι εκείνοι και δεν νιώθεις πια μόνος.

Αυτό ήθελα σήμερα να σας πω:

Δεν είστε μόνοι.

Κι αν πονάτε, αν νοσταλγείτε, αν κρατάτε μέσα σας κάτι που δεν ειπώθηκε ποτέ, σας βλέπω. Σας νιώθω. Όλοι μας, με κάποιον τρόπο, είμαστε συνδεδεμένοι. Από το νήμα της απώλειας και της αγάπης.

Αν το Κλειστόν λόγω πένθους κατάφερε να γίνει μια μικρή φλόγα μέσα σε ένα σκοτάδι, τότε άξιζε όλος ο πόνος που κουβάλησα για να το γράψω.

Σας ευχαριστώ. Για το βλέμμα, για την καρδιά, για το ότι σταθήκατε εδώ. Γιατί αυτός ο κύκλος που δημιουργείται όταν μιλάμε αληθινά, είναι ιερός.

Και κλείνοντας, σας αφήνω με μια ερώτηση:

Γιατί ξεμάθαμε να θρηνούμε μαζί κι αφήνουμε τον πόνο να σιγοκαίει μόνος;

Κατερίνα Σταματελάτου”


Το κείμενο της Κατερίνας πιστεύω ότι δεν είναι απλώς προσωπικό. Είναι βαθιά κοινωνικό και υπαρξιακό. Θίγει κάτι που όλοι διαισθανόμαστε αλλά σπάνια τολμάμε να πούμε: ότι ως κοινωνία έχουμε “ξεμάθει” να θρηνούμε. Ότι δεν έχουμε μάθει να στεκόμαστε δίπλα σε εκείνον που πενθεί. Ότι δεν γνωρίζουμε πώς να ακούμε χωρίς να διορθώνουμε, να σιωπούμε με νόημα, να αγκαλιάζουμε χωρίς να προσπαθούμε να "φτιάξουμε" κάτι που δεν φτιάχνεται.

Η Κατερίνα φέρνει στο φως με απλό τρόπο, το μεγάλο έλλειμμα παιδείας γύρω από το πένθος. Και αυτό το έλλειμμα δεν είναι θεωρητικό – είναι υπαρκτό, σκληρό, καθημερινό. Το συναντάμε στα αμήχανα βλέμματα, στις σιωπές που δεν είναι υποστηρικτικές αλλά αποστασιοποιημένες, στην απόσταση που βάζουμε γιατί δεν αντέχουμε τον πόνο του άλλου. Η Κατερίνα, όμως, δεν μένει εκεί. Με την ευγένεια και τη δύναμη της ψυχής της, μας καλεί να αλλάξουμε. Να ξαναμάθουμε να θρηνούμε.

Το βιβλίο της, «Κλειστόν λόγω πένθους», είναι γραμμένο με το αίμα της ψυχής, μα με μια καθαρότητα που οδηγεί στην κάθαρση. Είναι μια πράξη σύνδεσης, μοιράσματος, επιβίωσης. Και είναι μια προσφορά – προς όλους/ες όσους/ες πενθούν, προς αυτούς/ες που θέλουν να μάθουν πώς να είναι δίπλα σε εκείνους/ες που πενθούν αλλά και προς αυτούς/ες που ενδιαφέρονται για το τόσο κομβικό θέμα στην ζωή μας.

Αν πενθείς, αν αγαπάς κάποιον/α που πενθεί, διάβασε αυτό το βιβλίο. Χάρισέ το. Μοιράσου το. Γιατί το «Κλειστόν λόγω πένθους» δεν είναι μόνο ένα βιβλίο. Είναι ένα άνοιγμα. Ένας κύκλος. Μια γέφυρα. Και κυρίως, είναι μια πράξη αγάπης που φωτίζει το σκοτάδι.

 

 

 

Previous
Previous

Η Γιορτή του Πατέρα στις Σκιές του Πένθους

Next
Next

Ό,τι δεν μας σκοτώνει, μας κάνει πιο δυνατούς;